Κυριακή 27 Δεκεμβρίου 2020

Ο ορεινός χώρος ως πολιτιστικό και αγροτικό τοπίο.

 

Ορεινές κοινότητες και μνημεία πολιτιστικής κληρονομιάς

Ορεινό αγροτικό πολιτισμικό τοπίο στο Στένωμα Ευρυτανίας.

(φωτ. Λάππα Βασ.)

Όταν αναφερόμαστε στην άυλη πολιτιστική μας κληρονομιά εννοούμε  τη γλώσσα, την ντοπιολαλιά μας, τα μνημεία του λόγου, την προφορική μας παράδοση, όπως αυτή φθάνει μέχρι τις μέρες μας ζωντανή από στόμα σε στόμα. 

Τα παραμύθια, οι μύθοι και οι θρύλοι που οι παππούδες και οι γιαγιάδες κουβαλούσαν πολύτιμα δώρα στα εγγόνια τους, στους βαριούς και μακριούς χειμώνες των παιδικών μας χρόνων. Τα τραγούδια, τα ταχταρίσματα και τα νανουρίσματα των μανάδων, που κανάκευαν τα μωρά τους στη σαρμανίτσα. Η δημοτική μουσική παράδοση και η εκκλησιαστική υμνολογία, που φτάνουν στο σήμερα από τους βυζαντινούς χρόνους. Η ψαλτική μάλιστα, ως ζωντανή παραδοσιακή τέχνη, θεωρείται σήμερα από τα σημαντικότερα πολιτιστικά αγαθά του ελληνισμού, και έχει εγγραφεί στον κατάλογο των μνημείων της UNESCO (http://ayla.culture.gr/psaltiki_texni/).

Καθώς οι κοινωνίες αλλάζουν στον σύγχρονο κόσμο, η άυλη κληρονομιά μας παραμένει ζωντανή, χαρακτηριστική είναι η δημοτική μουσική παράδοση, που δυναμική, συμβάλλει στον αυτοπροσδιορισμό μας και την αυτογνωσία του νεότερου ελληνισμού. Τα παιδιά μας σήμερα δεν νανουρίζονται με τα δικά μας νανουρίσματα, ούτε ακούνε τα ίδια παραμύθια,  μοιράζονται όμως, ακόμα τους ίδιους χορούς και κοινωνούν τα ίδια λατρευτικά μυστήρια στους ναούς του χωριού μας, με εκείνα των προγόνων τους. Μια ιστορική ζωντανή συνέχεια μνημείων πολιτισμού, που συνειδητά επιλέγουμε ως κοινωνία.

Οφείλουμε να ορίσουμε τι ακριβώς εννοούμε μνημείο. Μνημείο είναι κάθε αξιόλογο ανθρώπινο δημιούργημα ή πράξη, κάθε κτήριο που θεωρείται αξιόλογο από άποψη αρχαιολογική, ιστορική και αισθητική. Σημαντικό είναι να γνωρίζουμε ότι, η έννοια ενός ιστορικού μνημείου, δεν καλύπτει μόνο το μεμονωμένο αρχιτεκτονικό έργο, αλλά και την αγροτική τοποθεσία, που μαρτυρεί έναν ιδιαίτερο πολιτισμό, μια ενδεικτική εξέλιξη στο χρόνο ή ακόμα και ένα ιστορικό γεγονός. Αυτό ισχύει, όχι μόνο για τις μεγάλες δημιουργίες, αλλά και για τα ταπεινά έργα, που με τον καιρό απέκτησαν πολιτιστική σημασία.

Αγροικία στο Στένωμα (φωτ. Λιόντης Στέφανος)

«Τα μνημειακά έργα των λαών, στέκονται σήμερα σαν ζωντανές μαρτυρίες της μακρόχρονης παραδόσεώς τους…» διαβάζουμε στη Χάρτα της Βενετίας (1964), που υπήρξε το πρώτο παγκόσμιο κείμενο για τον πολιτισμό. Ακολούθησαν η Σύμβαση της Γρανάδας (Δεκέμβριος 1990) και η Σύμβαση της Φλωρεντίας που υπογράφηκε στην ιστορική πόλη της Ιταλίας το 2000 και από τη χώρα μας, και έγινε νόμος του ελληνικού κράτους το 2010, με στόχο να προστατέψει, να αναδείξει και γενικά να διαχειριστεί το τοπίο, ως στοιχείο του πολιτισμού.

Το ελληνικό ορεινό τοπίο, αναγνωρίζεται για τη μοναδικότητά του και την ιστορικότητά του, καθώς αποτελεί προϊόν της μακροχρόνιας ανθρώπινης παρουσίας στα βουνά, δημιούργημα της συμβίωσης ανθρώπου και φύσης.

Πετράλωνο στο Στένωμα Ευρυτανίας (φωτ. Στέφανος Λιόντης)

  Σύμφωνα με τη Σύμβαση της Φλωρεντίας κάθε χώρα, οφείλει να εφαρμόζει πολιτικές τοπίων, με συγκεκριμένα μέτρα, ένα των οποίων είναι η καθιέρωση διαδικασιών για τη συμμετοχή των πολιτών (του κοινού) και των περιφερειακών αρχών (τοπικές και δημοτικές αρχές) στην προστασία και την διαχείριση των τοπίων.

  Τα πολιτισμικά (παραδοσιακά) τοπία είναι το αποτέλεσμα αλληλεπίδρασης ανθρωπίνων και φυσικών διεργασιών και αποτελούν την πολιτισμική, κοινωνική, οικολογική και οικονομική κληρονομιά κάθε λαού.

 Ταυτόχρονα, τα τοπία αυτά εκφράζουν τον τρόπο ζωής των κατοίκων μιας περιοχής και στοιχειοθετούν μια ζωντανή και δυναμική οντότητα, η οποία όχι μόνο διαθέτει αισθητική και οικολογική αξία, αλλά αποτελεί και μια ανεξάντλητη τράπεζα πληροφοριών για την ανθρώπινη δραστηριότητα στο πέρασμα του χρόνου.

  Η σημερινή ανάγκη του ανθρώπου των μεγαλουπόλεων να προσεγγίσει το φυσικό τοπίο και καθώς και η στροφή προς διάφορες μορφές εναλλακτικού τουρισμού και οικοτουρισμού δείχνουν την επιτακτική ανάγκη να ασχοληθούμε  επιτακτικά και με σεβασμό, με τη διαχείριση του ορεινού Μεσογειακού τοπίου.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα παραδοσιακής αρχιτεκτονικής του ορεινού χώρου του Τυμφρηστού. Πετρόχτιστη οικία με πλακόστρωτη στέγη στο χωριό Δομιανοί.

  Ολόκληρος ο πλανήτης σήμερα περιλαμβάνει και συντηρεί ΄΄παραδοσιακά΄΄ τοπία, δηλαδή περιοχές με ιδιαίτερη φυσική και πολιτισμική ποικιλότητα και κληρονομιά. Τέτοια παραδοσιακά τοπία συνήθως περιλαμβάνουν πολυάριθμα είδη χλωρίδας και πανίδας, διατηρούν δηλαδή υψηλή βιοποικιλότητα και έχουν ταυτόχρονα υψηλές αισθητικές και αναψυχικές αξίες για τον άνθρωπο που τα επισκέπτεται ή ζει μέσα σε αυτά. Αυτές οι περιοχές επιτρέπουν την αρμονική συνύπαρξη ανθρώπου και φύσης και μπορούν να αποτελέσουν μοντέλα αειφορικής χρήσης της γης, απαραίτητης για την εξασφάλιση του μέλλοντος του ανθρώπου στη γη. 

Για τούτο και στο Περιφερειακό Χωροταξικό Σχέδιο για την Ανάπτυξη και την Αειφορία, της Περιφέρειας Στερεάς  Ελλάδας, προβλέπεται ο χαρακτηρισμός των δύο Δήμων της Ευρυτανίας ως Περιφερειακό Πάρκο Οικοανάπτυξης, υπακούοντας και στην επιταγή της Ευρωπαϊκής Πολιτικής που αναγνωρίζει την αναπτυξιακή αξία του τοπίου και την πολιτιστική αξία του ως πυλώνα του οικοτουριστικού προσανατολισμού.

Ο Lucas (1992) αναγνώρισε και διέκρινε την «αξία του τοπίου», την «αξία διατήρησης του τοπίου» και την «πολιτισμική αξία του τοπίου». Εντούτοις, τα πολιτισμικά/παραδοσιακά τοπία δεν είναι στατικά, όπως ένας ζωγραφικός πίνακας και δεν μπορούν να επιβιώσουν ως μουσειακό αντικείμενο, αλλά, χαρακτηρίζονται από δυναμική εξέλιξη με ραγδαίες αλλαγές, οι οποίες σήμερα συμβαίνουν με τέτοιους δραματικούς ρυθμούς που η ανάγκη, τουλάχιστον της καταγραφής τους, ποτέ δεν ήταν πιο επιτακτική.

Η καταγραφή επίσης των στοιχείων που αφορούν τις σχέσεις του ανθρώπου με το τοπίο, είναι απόλυτα αναγκαία, αφού μέσα σε λίγες δεκαετίες παραδοσιακές χρήσεις γης, τοπωνύμια, έθιμα κλπ. τείνουν να εξαφανιστούν απειλώντας την πολιτισμική κληρονομιά ενός τόπου.

Η γνώση της σχέσης του τοπίου με την παράδοση και τα έθιμα των κατοίκων σε μια περιοχή, μπορεί να δώσει σημαντικές πληροφορίες για τη μελλοντική διαχείριση των φυσικών πόρων, αλλά και το σχεδιασμό οποιουδήποτε τοπίου σε κάθε κλίμακα.

Τα παραδοσιακά/πολιτισμικά τοπία θα πρέπει να θεωρούνται πλέον και στην Ελλάδα ως πολιτισμική, οικολογική, κοινωνική και οικονομική κληρονομιά και περιουσία του λαού της, όπως ήδη αναγνωρίζονται ως «ένα σημαντικό μέρος της ευρωπαϊκής πολιτισμικής, επιστημονικής και κοινωνικής κληρονομιάς».

Η δράση των πολιτών, ατομικά και μέσα από συλλογικότητες και ομάδες, είναι θεσμικά κατοχυρωμένη, σύμφωνα με το άρθρο 24 του Συντάγματος των Ελλήνων, που είναι ξεκάθαρο. «Η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέωση του Κράτους και δικαίωμα του καθενός».

Η συνταγματική αυτή επιταγή, υλοποιείται με το νόμο Ν.3028/2002 «για την προστασία των αρχαιοτήτων και εν γένει της Πολιτιστικής Κληρονομιάς». Στο άρθρο 3, στον εν λόγω νόμο, για το περιεχόμενο της προστασίας αναφέρεται ότι η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς συνίσταται, μεταξύ άλλων, στην διευκόλυνση της πρόσβασης και της επικοινωνίας του κοινού με αυτή, στην ανάδειξη και την ένταξή της στη σύγχρονη κοινωνική ζωή, και τέλος, στην παιδεία, την αισθητική αγωγή και την ευαισθητοποίηση των πολιτών για την πολιτιστική τους κληρονομιά.

Αυτή ακριβώς την συνταγματική επιταγή, κάνει πράξη ο Σύλλογος Στενωματιωτών, με έργα, αποδεικνύοντας τα λόγια του Αίσωπου (620-560 π.Χ.) «η ισχύς εν τη ενώσει».

Επιλέγω ενδεικτικά, σε αυτό το άρθρο, δύο μόνο παραδείγματα, που αποδεικνύουν την έμπρακτη ανάδειξη μνημείων ορεινού πολιτισμού. Το ένα είναι τα αλώνια στα υψώματα του χωριού, που στις πέτρες τους έχει καταγραφεί ανεξίτηλα, η συλλογική μνήμη της σχέσης του καλλιεργητή με τη  μάνα γη.

Το άλλο, η προτομή της αγέρωχης μορφής της Γιαννιώς Λάζου, δίπλα στη κεντρική κοινοτική κρήνη της πλατείας. Βρύση και μαία, ανήκουν από πάντα και για πάντα στην κοινότητα, κοινά αγαθά μιας κοινωνίας που γνωρίζει και ευγνωμονεί για τα δώρα της ζωής!

                   

  Τα αλώνια σε θέσεις σημαντικές για την ορεινή οικονομία, παραμένουν στοιχεία δυνατά του αγροτικού τοπίου. Στένωμα (φωτ. Λιόντης Στ.)

  Προσωπικά, ως επισκέπτρια του χωριού  Στένωμα της Ευρυτανίας, για πρώτη φορά, πριν 25 περίπου χρόνια, από αυτά τα δύο αυθεντικά δείγματα πολιτισμού, σχημάτισα την εκτίμησή μου για το χωριό και τους ανθρώπους του.

Σε  πείσμα των καιρών, τις δεκαετίες που οι κοινότητες των ορεινών επαρχιών εγκαταλείφθηκαν, στο Στένωμα τα δυο αυτά αλώνια παραμένουν διατηρημένα με σεβασμό στον ιδρώτα όσων τα έχτισαν και τα δούλεψαν για εκατοντάδες χρόνια.

Στην προτομή της Γιαννιώς, είδα το σεβασμό στο πρόσωπο της γυναίκας της προσφοράς και του καθημερινού μόχθου, της Μάνας, της αγρότισσας. Τα παιδιά που πρωτόδανε το φως της ζωής στα χέρια αυτής της γυναίκας, κουβάλησαν στη συνείδησή τους την αξία της προσφοράς της και  τίμησαν τη μνήμη της.

                                                   

Αφιερωματική στήλη και προτομή της Γιαννιώς Λάζου, στην κεντρική πλατεία του Στενώματος

 (φωτ. Λιόντης Στ.)

Αυτό οφείλουμε να κάνουμε, για κάθε δημιούργημα εκείνης της κοινωνίας που γέννησε τέτοιους ανθρώπους και για τα έργα τους. Και δεν είναι μονάχα τα υλικά έργα, αλλά και τα άυλα δημιουργήματά τους, τα ήθη και τε έθιμά μας, που κληρονομήσαμε και αγωνιούμε το ίδιο να φροντίσουμε.

 Με την ευκαιρία των εορτών του Δωδεκαημέρου, ας θυμηθούμε κάποια από αυτά που είναι τόσο κοντά μας, αλλά και τόσο απόμακρα  στις ημέρες που διανύουμε. Θυμόμαστε το πάντρεμα της φωτιάς; Την παραμονή των Χριστουγέννων  οι βουνίσιοι, «επειδή πιστεύουν ότι με την έναρξη του Δωδεκαημέρου, οι καλικάντζαροι ανεβαίνουν πάνω στη γη, αφήνοντας στην ησυχία του το δέντρο της ζωής να αναβλαστήσει, και επιδιώκουν να δημιουργήσουν προβλήματα στους ανθρώπους, οι ένοικοι του σπιτιού προσπαθούν να κρατούν αναμμένη τη φωτιά στην εστία. Επιλέγουν μάλιστα ξύλα δέντρων που αργούν να καούν, ακόμη και χλωρά, και τα «παντρεύουν». Και ο αριθμός των ξύλων ή το είδος του δέντρου συμβολίζει τον ιδιοκτήτη του σπιτιού ή το αντρόγυνο ή το αντρόγυνο και τον κουμπάρο», αναφέρει η Αικ. Πολυμέρου – Καμηλάκη, Λαογράφος της Ακαδημίας Αθηνών.

Στα Άγραφα «την παραμονή των Χριστουγέννων παντρεύουν τη φωτιά τους. Βάνουν ξύλο αγριοκερασιάς για στοίχειωμα της νοικοκυράς και κέδρου για στοίχειωμα του νοικοκύρη. Και τα βάνουν χλωρά στη φωτιά, για να καούν».  Έτσι γίνεται το πάντρεμα της γωνιάς».

Η φωτιά των Χριστουγέννων και του Δωδεκαημέρου συγκεντρώνει την οικογένεια γύρω από την εστία, όπου και «μαντεύει την εξέλιξη της υγείας και ευτυχίας των μελών της και του σπιτιού»

                    

Τα παγανά, οι Καλικάντζαροι, και το δέντρο της Ζωής. Από παλιό αναγνωστικό.

Θυμόμαστε τα Κάλαντα των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς, των Θεοφανίων. Τη γλυκιά γαλήνη στη λειτουργία των εκκλησιών, με τη μυρωδιά των καντηλιών και των κεριών να ζεσταίνει το χώρο; Θυμόμαστε το Χριστόψωμο; Είναι τόσο εύκολο να ανακαλέσουμε στην αισθητηριακή μας μνήμη, γεύσεις, ακούσματα και μυρουδιές από τα Χριστούγεννα στην ξεστασιά των οικογενειών μας στο χωριό.

 Πόσο εύκολο είναι όμως να δημιουργήσουμε εμείς οι ίδιοι, σε πείσμα των καιρών, αυτή την ίδια ζεστασιά στο σπιτικό μας σήμερα; Θέλει προσπάθεια. Αλλά αξίζει κάθε προσπάθεια, για τη χαρά των μικρών παιδιών, που εύκολα θα γεμίσουν με αγάπη και αισιοδοξία από τις διηγήσεις μας, από το ωραιότερο παραμύθι …  της γέννησης του μικρού Χριστού στη φάτνη των βοσκών!




« Το επ’ εμοί, ενόσω ζω και αναπνέω και σοφρονώ, δεν θα παύσω πάντοτε, ιδίως δε κατά τας πανεκλάμπρους ταύτας ημέρας, να υμνώ μετά λατρείας τον Χριστόν μου, να περιγράφω μετ’ έρωτος τη φύσιν και να ζωγραφώ μετά στοργής τα γνήσια ελληνικά ήθη»,

 γράφει ο ανυπέρβλητος Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης.




                     ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ            Το Κοινοτικό Σύστημα Διαχείρισης του Νερού               Τόρνου Ευρυτανίας Στον ορε...